Παραιτήσεις από δεδουλευμένες αποδοχές: η αναγνώρισή τους από την FIFA και το CAS.

Παραιτήσεις από δεδουλευμένες αποδοχές: η αναγνώρισή τους από την FIFA και το CAS.

16.02.2024

Στο παρελθόν, ήταν σύνηθες οι ευρωπαϊκοί σύλλογοι ποδοσφαίρου να ολοκληρώνουν πληρωμές στους παίκτες σε μετρητά και όχι μέσω τραπεζικών εμβασμάτων και τραπεζικών καταθέσεων. Σήμερα, όπως προκύπτει από τις αποφάσεις της FIFA, αυτή είναι μια πρακτική που έχει μειωθεί σημαντικά αλλά συνεχίζει να εφαρμόζεται από κάποιες ομάδες.

Έχει παρατηρηθεί ότι, σε περιπτώσεις τέτοιων πληρωμών, είναι σύνηθες φαινόμενο οι σύλλογοι να ζητούν από τους υπαλλήλους τους (αθλητές και προπονητές) να υπογράψουν παραίτηση από το αντίστοιχο ποσό, αντί για υπογεγραμμένη απόδειξη πληρωμής του ποσού.

Oι παραιτήσεις αυτές δεν συνιστούν έγκυρη και δεσμευτική απόδειξη πληρωμής βάσει του Ελβετικού Δικαίου, των αποφάσεων της FIFA και της νομολογίας του CAS, για τους λόγους που αναλύονται κατωτέρω. Επειδή οι εθνικές αδειοδοτικές αρχές συνήθως κάνουν δεκτές αυτές τις παραιτήσεις, δημιουργείται μία νομική ανασφάλεια σχετικά με την εγκυρότητά τους σε πιθανή δικαστική διαμάχη για αξιώσεις του ποδοσφαιριστή ή του προπονητή, η οποία σε περιπτώσεις μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους στα σωματεία ή και στους ποδοσφαιριστές.

 

Παραίτηση από μισθούς υπό το Ελβετικό Δίκαιο

Όσον αφορά τις εργατικές διαφορές με διεθνή διάσταση στο ποδόσφαιρο, τα δικαιοδοτικά όργανα της FIFA (FIFA DRC και PSC) έχουν γενική δικαιοδοσία για την εκδίκαση αυτών των διαφορών, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες τα μέρη έχουν επιλέξει τη δικαιοδοσία τακτικών δικαστηρίων ή εθνικού οργάνου επίλυσης διαφορών που συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του κανονισμού FIFA NDRC.

Σε περίπτωση που τα δικαιοδοτικά όργανα της FIFA κριθούν αρμόδια να εκδικάσουν τη διαφορά, θα εξετάσουν την ουσία σύμφωνα με τους κανονισμούς της FIFA και επικουρικά θα λάβουν υπόψη τις διατάξεις του Ελβετικού δικαίου (δεδομένου ότι η FIFA είναι μη κερδοσκοπικός οργανισμός που έχει συσταθεί και εδρεύει στην Ελβετία).

Ειδικά όσον αφορά την παραίτηση από μισθούς ή άλλα είδη πληρωμών σε υπαλλήλους, συμπεριλαμβανομένων ποδοσφαιριστών και προπονητών, ο ελβετικός νόμος ορίζει ότι κατά τη διάρκεια της σχέσης εργασίας και για ένα μήνα μετά τη λήξη της, ο εργαζόμενος δεν μπορεί να παραιτηθεί από αξιώσεις σε σχέση με μισθούς και άλλα είδη πληρωμών που σχετίζονται με εργασία και υπηρεσίες που έχουν ήδη παρασχεθεί από τον ποδοσφαιριστή / προπονητή.

Άρ.341 Ελβετικού Κώδικα Συμβάσεων

Για το χρονικό διάστημα της σχέσης εργασίας και για ένα μήνα μετά τη λήξη της, ο εργαζόμενος δεν μπορεί να παραιτηθεί από αξιώσεις που απορρέουν από αναγκαστικού δικαίου διατάξεις νόμου ή από αναγκαστικού δικαίου διατάξεις συλλογικής σύμβασης εργασίας.

Παραιτήσεις από μισθούς/εισοδήματα που απορρέουν από εργασία που έχει ήδη παρασχεθεί και εργασία που πρόκειται να παρασχθεί θεωρούνται ανήθικες, σύμφωνα με τη συνδυαστική εφαρμογή των άρθρων 341, 361, 362 και 20(1) του Ελβετικού Κώδικα Συμβάσεων.

 

Η νομολογία του FIFA και του CAS

Τα δικαιοδοτικά όργανα της FIFA και του CAS έχουν επιβεβαιώσει σε πολλές περιπτώσεις την ακυρότητα τέτοιων παραιτήσεων, όταν αφορούν πληρωμές για εργασία που έχει ήδη παρασχεθεί από παίκτες ή προπονητές.

Αφενός, υπάρχει η αρχή pacta sund servanda, σύμφωνα με την οποία τα μέρη πρέπει να τηρούν τη συμφωνία τους. Από την άλλη ωστόσο, λόγω της αναγκαίας προστασίας των εργαζομένων και του υποχρεωτικού χαρακτήρα των άρθρων 341, 361, 362 και 20 του Ελβετικού Κώδικα Συμβάσεων, οι παραιτήσεις αυτές δεν καλύπτονται από την αρχή αυτή λόγω της ανάγκης προστασίας του συμφέροντος του ασθενέστερου μέρους της σχέσης εργασίας, δηλαδή του εργαζομένου.

Στην περίπτωση αυτή, ο διάδικος που επικαλείται παραίτηση από πληρωμές φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η εν λόγω παραίτηση δεν ήταν γενική και αόριστη παραίτηση από πληρωμές, αλλά απόδειξη πληρωμής του σχετικού ποσού.

Σε πολλές περιπτώσεις, τέτοιες συμφωνίες – χωρίς την απόδειξη πληρωμής του ποσού – θεωρήθηκαν άκυρες από το CAS:

«Το δικαστήριο σημειώνει περαιτέρω ότι ακόμη και αν η υπογραφή και η υποτιθέμενη δήλωση “επιβεβαιώνω την παραλαβή και αποδέχομαι τη λύση της σύμβασης” ερμηνευόταν ως συμφωνία (η οποία απορρίφθηκε από τον παίκτη), η συμφωνία λύσης θα θεωρούνταν άκυρη: σύμφωνα με το άρθρο 341, ένας εργαζόμενος δεν μπορεί να παραιτηθεί εγκύρως από αξιώσεις που απορρέουν από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας και για 30 ημέρες μετά τη λήξη της. Λαμβάνοντας υπόψη τους όρους που αναφέρονται στην επιστολή, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι η λύση μίας σύμβασης χωρίς καμία οικονομική υποχρέωση πρέπει να θεωρείται μη ισορροπημένη. Ο Παίκτης δεν μπορεί να παραιτηθεί από το δικαίωμά του για αποζημίωση. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν η επιστολή χαρακτηριζόταν ως αμοιβαία συμφωνία, θα ήταν άκυρη κατά την έννοια του άρθρου 341. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το συμπέρασμα, η Έδρα δεν θεωρεί απαραίτητο να εξετάσει την εγκυρότητα της προσθήκης της χειρόγραφης πρότασης “Επιβεβαιώνω την παραλαβή και αποδέχομαι τη λύση”»

Έχει επίσης καθοριστεί ότι το ίδιο ισχύει, όχι μόνο για τις παραιτήσεις από μισθούς, αλλά και για τις πληρωμές μπόνους που δεν είναι στην διακριτική ευχέρεια του εργοδότη – σωματείου, οι οποίες ήταν πληρωτέες για συμβατικά συμφωνημένους στόχους που είχαν ήδη επιτευχθεί (από τον εργαζόμενο ή τον σύλλογο).

Το ίδιο συμπέρασμα μπορούμε να συνάγουμε μελετώντας τη νομολογία των δικαιοδοτικών οργάνων της FIFA.

Δεδομένου δε ότι το Κανονισμός Ιδιότητας και Μετεγγραφών Ποδοσφαιριστών της FIFA δεν περιέχει ειδικές διατάξεις σχετικά με τις παραιτήσεις από δικαιώματα, το δικαιοδοτικό όργανο της FIFA βασίζεται στις διατάξεις του Ελβετικού Κώδικα Συμβάσεων και συγκεκριμένα στα άρθρα 341, 361, 362 και 20. Ως εκ τούτου, είναι πλέον πάγια νομολογία του FIFA DRC και του FIFA PSC ότι «η παραίτηση από μισθό για εργασία που έχει ήδη παρασχθεί δεν μπορεί να θεωρηθεί έγκυρη».

 

ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΑ ΔΙΑΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

Κατ’ εξαίρεση των ανωτέρω, παραιτήσεις από μισθούς και άλλες πληρωμές για εργασία που έχει ήδη παρασχθεί από παίκτη/προπονητή μπορούν να γίνουν δεκτές ως έγκυρες και δεσμευτικές όταν πρόκειται για διακανονισμό μεταξύ των μερών και όχι για μονομερή παραίτηση του παίκτη/προπονητή.

Ειδικότερα, έχει διαπιστωθεί ότι:

“Το άρθρο 341 παρ. 1 δεν αποκλείει πιθανή διευθέτηση των όρων λύσης της σχέσης εργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι οι αμοιβαίες παραχωρήσεις των μερών είναι ισάξιες, δηλαδή ότι οι απαιτήσεις από τις οποίες παραιτείται κάθε μέρος είναι συγκρίσιμης αξίας. Επομένως, η παραίτηση από το υπόλοιπο οποιουδήποτε λογαριασμού, με την οποία ένας εργαζόμενος, μονομερώς, δηλαδή χωρίς αμοιβαίες παραχωρήσεις – παραιτείται από απαίτηση που προστατεύεται από το άρθρο 341, στερείται οποιασδήποτε νομικής ισχύος.

Τα όργανα επίλυσης διαφορών της FIFA έχουν ακολουθήσει σε περιπτώσεις το ίδιο σκεπτικό και δέχθηκαν ότι η παραίτηση από μισθούς για εργασία που έχει ήδη παρασχεθεί μπορεί να είναι έγκυρη και δεσμευτική στα πλαίσια ενός συμβιβασμού με ισάξιες αμοιβαίες παραχωρήσεις.

Για να εκτιμηθεί κατά πόσον μια τέτοια συναλλαγή επιτρέπεται βάσει του άρθρου 341, το δικαστήριο ή το δικαιοδοτικό όργανο υποχρεούται να προβεί σε στάθμιση συμφερόντων, ελέγχοντας εάν οι αμοιβαίες απαιτήσεις από τις οποίες παραιτείται κάθε μέρος είναι συγκρίσιμης αξίας. Με άλλα λόγια, αν υπάρχει κατάλληλη ισοδυναμία μεταξύ των αμοιβαίων παραχωρήσεων των μερών».

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Εδώ και πολλά χρόνια τα όργανα επίλυσης διαφορών στο ποδόσφαιρο έχουν τραβήξει μια κόκκινη γραμμή σχετικά με τη μη αποδοχή μονομερών παραιτήσεων από οφειλόμενους μισθούς, προκειμένου να προστατεύσουν τους εργαζόμενους από τους συλλόγους.

Μια παραίτηση δεν θεωρείται απαραίτητα ως τέτοια όταν ο παίκτης/προπονητής δηλώνει ότι «παραιτείται» από ένα ποσό. Ακόμη και μια γενική δήλωση με το λεκτικό «δεν έχω ληξιπρόθεσμες οφειλές από το Συμβόλαιο» ή «έχω εξοφληθεί πλήρως» δεν μπορεί να σταθεί ως απόδειξη για την πλήρη καταβολή των συμφωνημένων μισθών ή άλλων εισοδημάτων, εάν ο Σύλλογος δεν παρουσιάσει ενώπιον των δικαιοδοτικών οργάνων της FIFA ή του CAS την αντίστοιχη απόδειξη πληρωμής για τα σχετικά ποσά.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όσον αφορά τις συμφωνίες λύσης συμβολαίων και την αναστολή ισχύος των συμβολαίων πριν από μια μετεγγραφή δανεισμού.

Ως εκ τούτου, τα σωματεία θα πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικά όταν επιθυμούν να εξασφαλίσουν την εγκυρότητα μίας δήλωσης παραίτησης.

Από την άλλη, οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι προσεκτικοί σχετικά με τα έγγραφα που υπογράφουν, ειδικά σε περιπτώσεις που συμφωνούν στη λύση ή την αναστολή των συμβάσεών τους με τους συλλόγους, και επίσης πρέπει να γνωρίζουν ότι οι παραιτήσεις που ενδεχομένως έχουν παρασχθεί στο παρελθόν, δεν σημαίνει ότι δεν τους επιτρέπουν να διεκδικήσουν εκκρεμείς πληρωμές στο μέλλον.